Τεύχος 1ο, Άνοιξη 2000



           




Στην επιφάνεια της ζωής μας

 

Ένας πολιτισμός αποτελεί μια χώρα. Μια

χώρα με διάφορες ανάγκες και πολλά

προβλήματα. Ο πολιτισμός δηλ. οι άνθρωποι,

κάποια στιγμοί έφτασαν να έχουν την

ανάγκη από μια διασκέδαση ή και κάποιον

άλλο τρόπο διαφυγής, από τα καθημερινά

τους προβλήματα και μη. Γι’ αυτό το λόγο

επινοήθηκαν διάφορες γιορτές όπως

πανηγύρια, πάρτυ, κ.λ.π. Ο κόσμος βλέπουμε

να βγαίνει από το σπίτι, παίρνοντας

μαζί τους και τα μικρά παιδιά τους.

Φτάνοντας στο μέρος όπου γίνεται ένα

πανηγύρι, και υπάρχουν φανταχτερές φωτο-

γραφίες κολλημένες παντού. Κάπου στο

βάθος υπάρχουν μασκαράδες. Παρόλα αυτά όμως

υπάρχει μια μελαγχολία και τα δώρα δεν

έχουν καμιά αξία και τα παιδιά αρχίζουν και

κουράζονται. Είναι η ώρα που πρέπει να γυρίσουν

πίσω στο σπίτι στα προβλήματα και την μελαγχολία

οι οποία απλώνεται στην επιφάνεια της ζωής μας.

 

Νικόλαος Μαστροδούκας, 19.1.94


Στους γάμους

 

Σήμερα είναι μια πάρα πολύ σημαντική μέρα για μένα, ή μάλλον καλύτερα νύχτα, πολύ σημαντική νύχτα για μένα. Θα πάω να τραβήξω δοκιμαστικά σ’ ένα καλό μαγαζί (για όσους δεν ξέρουν είμαι φωτογράφος). Εγώ δουλεύω με γάμους –βαπτίσεις και άλλα τέτοια χαζοχαρούμενα γεγονότα της ζωής μας. Γιατί χαζοχαρούμενα; ίσως επειδή έχω τραβήξει πάρα πολλά και έχω δει ακόμα πιο πολλά. Ίσως επειδή τα ‘χω βαρεθεί κιόλας. Παράδειγμα στους γάμους. Έρχεται το ζευγάρι στο κέντρο, τι κέντρο δηλαδή εμένα ταβέρνες της κακιάς ώρας μου θυμίζουν όλα, έρχεται λοιπόν το ζεύγος παλαμάκια κακό, κοπάνημα στα πιάτα για φιλάκι, αν το φιλάκι γίνει παρατεταμένο γιουχάρισμα να ξεκολήσουν κτλ. Όλα αυτά όση ώρα είναι κυριλέ ακόμα ο κόσμος γιατί μετά… μετά το μόνο που βλέπω γύρω μου είναι καταϊδρωμένα ανθρωπάκια βουτηγμένα μες τη λίγδα, απ’ τα αρνιά και να χοροπηδάνε ελληνικούς χορούς τάχα πως χορεύουν. Ειλικρινά μερικές φορές λατρεύω τη δουλειά μου. Πολλές φορές όταν η φαντασία μου οργιάζει στη κάθε φωτογραφία που τραβάω ή πουλάω φαντάζομαι χίλιες δυο ιστοριούλες. Γυναίκες που παρακαλάν τον άντρα τους να τους πάρει τη φωτογραφία κι αυτός πριν γυρίζει το κεφάλι να την δει και της λέει πως δεν είναι ωραία ή τι να τις κάνουμε τόσες φωτογραφίες. Και οι πιο must ατάκες για μια γυναίκα φωτογράφο: ένας καράφλας θα  μου πει ‘να με βγάλεις μόνο αν με βγάλεις με μαλλιά‘ μια κυρία θα μου πει ‘πάρε με από μακριά γιατί βγαίνω χοντρή‘, βγαίνω, δεν είμαι. Ένας πιτσιρικάς θα  μου πει ‘θα κάτσω να με βγάλεις αν κάτσεις να βγούμε και μία μαζί‘. Οι χοντροί μου λένε ‘χωράω στη φωτογραφία;‘ και πάει λέγοντας. Θα μου πεις πιστεύεις πως θ’ αλλάξει τίποτα αν πας σε καλό μαγαζί; Όχι, δε θ’ αλλάξει τίποτα γιατί οι άνθρωποι είναι ίδιοι. Δε θέλω να πάω γιατί περιμένω να δω καλύτερο κόσμο, δεν υπάρχουν για μένα αυτά, πάω γιατί είναι πιο πολλά τα λεφτά και ίσως δουλεύοντας εκεί καταφέρω να μαζέψω κανα φράγκο να αγοράσω το φωτογραφείο απ’ το μπάρμπα μου. Γιατί θέλω τόσο το φωτογραφείο; Γιατί είμαι κι εγώ μια γυναικούλα σαν όλες τις άλλες που θέλω να αποκατασταθώ σε μια σίγουρη δουλειά, να κάνω 2 παιδιά να πηγαίνω και γω σε γάμους φορώντας τα καλά μου και να ζητάω από το φωτογράφο να πάει λίγο πιο μακριά για να μη βγαίνω χοντρή. Πόσο ίδια είναι η ζωή για όλο τον κόσμο, ε;

 

Χριστίνα Γκινάλα, δπλ, 1999 Νοέμβριος


Το μετρό

 

Όλοι περιμέναμε εκείνη την ημέρα που θα ξεκίναγε να λειτουργή για να θαυμάσουν κατι που όσοι δεν έχουν ταξιδέψει εκτός Ελλάδας δεν έχουν δει. Έτσι και τελικά έγιναι. Ο αρμόδιος υπουργός βγήκε και ύπαι ότι το μετρό σε μερικές μέρες θα είναι σε λειτουργία και θα μπορέσεται να το χρισιμοπιήται στα δρομολόγια που υπάρχουν τόρα, γιατί ο πετροπόντικας συνεχίζη και θα συνεχίζη για πολλά χρόνια ακόμα…

Έτσι και μεις ξεκινήσαμε μια μέρα να θαυμάσουμε αυτό το έργο που τόσα ύπαν και άλλα τόσα έκαναν. Ξεκινήσαμε δύο μέρες μετά από την λειτουργία του, τότε που ίταν δορεάν, και πίγαμε στο σύνταγμα. Πραγματικά το σύνταγμα είναι φανταστικό και ιδιέτερα τα αρχαία που βρίσκονται εκεί και ο τρόπος που τα έχουν φτιάξη, ιδιέτερα έναν τάφο καποιου αρχαίου Έλληνα, του οποίου υπάρχουν και τα οστά. Η χλιδή σε όλο της το μεγαλείο με γρανίτη κάτο, μαρμαρο γιαλιστερό παντού, ηλεκτρικές σκάλες, ασανσέρ, ολλα φανταστικά.

 Έτσι μπικαμε στο προτο τρένο που πέρασε και αυτό που μας έκανε εντίποση ήταν η ταχίτητα, τρέχει πολί γρίγορα. Καινούργιο καθαρό χωρίς να είναι γραμένο, μου θίμιζε ότι η Ελλάδα σιγά σιγά έχει αρχίση και τρέχει και εκείνη με τιν ιδια ταχίτητα στην εξελιξη. Κατεβίκαμε σε όλους τους σταθμούς, και βλέπαμε τον τρόπο που ήταν φτιαγμένη, τα χρώματα που έχουν βαψη τους τίχους και γενικά τα πάντα γιατί όταν κάτι είναι καινούργιο σου κάνη την όρεξι για ψάξιμο και κουτσομπολιό ποιο έντονη.

Έτσι φτάσαμε στο Υπουργείο Εθνικής Άμηνας, το δικό μας υπουργείο λόγο επαγγέλματος. Και πίραμε πάλι το τρένο για πίσω. Όταν φτάσαμε ομόνεια πίραμε τον άλλο συρμό που πάι στα Σεπόλια, το οποίο αυτό το να βγένης και να πιγένης σε άλλο όροφο για να σινεχίσης για τους ηλικιομένους, και αυτούς που είναι αγράματι, και όχι ανορθογραφη όπως εγώ είναι μπερδεψούρα.

Και εδώ είναι το ζουμί τις ιστορίας και ο λόγος για τον οποίο αναφέρθικα σε αυτό το θέμα. Επόμενη στάσι Πλ. Καραισκάκη. Καλλος ο σταθμός αλλα όχι σύνταγμα, πανεπιστίμιο, ομονεια κλπ. Επόμενος Στθ. Λαρίσης. ΧΜ!!!! Ε κατι πάει και έρχεται. Πάει ο γρανίτης πάει και το καλλο μάρμαρο αλλά εντάξη το παλέβουμε. Επόμενος Αττική ήδι κάτι πρεζόνια είχαν μπη μέσα και έτρογαν και κάπνιζαν και η υπέυθινη τον Κινέζο. Από ποιότιτα ο σταθμος σαν το χρηματιστήριο όλλο και ποιο κάτο. Και τέλος Σεπόλια εκεί που είναι και το άλλο τέρμα μετά την Εθνική Αμηνα. Εδώ παρατηρούμε ότι ο σταθμός έπιασε το λιμίν ντάουν του από άποψης τεχνικής. Σκάλες ηλεκτρικές πάπαλα. Υπάρχουν μεν αλλά δύσκολα τα πράγματα. Πλακάκια πλέον υπάρχουν, και ο γρανίτης στο πάτομα το μαύρο του το χάλι. Τα μεν πλακάκια στον τίχο θεόστραβα σε μερικά σιμεία, και ο στόκος φένοταν σαν να το είχα στοκάρι εγώ που είμαι άσχετος. Και όλλα αυτά γιατί. Γιατί είναι απλό. Αυτί εκεί προς τα πάνο δεν λέγονται βίθουλας που λέγεται ο Κολονός, δεν έχουν μόνιμους κάτοικους γίφτους και αλβανούς. Για αυτό και η αρμόδιοι μας ξεχορίζουν εμάς τους ποιο κάτο σε βόρειους και νότιους. Αλλα τι να κάνουμε ετσι είναι όμως τα πράγματα τι να κάνουμε δεν γίνεται όλοι να εχουν την ίδια μεταχίριση. Γιατί κύριε […….] η σταθμή από ομόνεια και κάτο δεν είναι το ίδιο καλί με τους ομόνεια και πάνω… Βάλτε και κανά μάρμαρο και από δω, ρε παιδιά.

Τελικά η εξέλιξη της Ελλάδας βαδίζη με δυο τρένα. Με το μετρο και το άλλο αυτό το παλιό το ξύλινο το ερείπιο που σέρνεται. Δεν πάι άλλο. Όχι άλλες μίζες. Έργα ρε, έργα.

 

Βήχος Εμμανουήλ, δπλ, 21.2.2000


Κύριος μετρίου αναστήματος

 

…Έιχα αργήση, κτυπώ την πόρτα και μπαίνω. Είχαν είδη αρχήση το μάθημα. Μαθηματικά, ένα από τα όχι αγαπημένα μου. Ο καθηγητής έγραψε μια εξίσωση στον πίνακα. Αυτή είναι μια εξίσωση πρότου βαθμού είπε θα ηθελα να μου βρειτε τον άγνωστο χ. Παρά της φιλότιμες προσπάθειές μου ο χ παράμενε άγνωστος. Ξαφνικά χτύπησε κουδούνι, σώθηκα. Διάλημα. Η επόμενη ώρα ήταν μαθημα ειδηκότιτας, κομπιούτερ, αυτό είναι το αγαπημένο μου. Σε λίγο κτύπησε το κουδούνι, ο τροχονόμος του σχολείου, περάστε μέσα γρήγορα. Ωραία, μπαίνω μέσα και περιμένω τον καθηγητή. Είναι ένας κύριος μετρίου αναστήματος με γιαλιά μυωπίας στρογκηλά μικρά.

 

Μουρούτης Γεώργιος, Βπ, Οκτ. 1995


Έπαθα

λάστιχο

 

Η ώρα 6:30 το πρωί. Το κρύο ήταν τσουχτερό γιατί βρισκόμασταν στην καρδιά του χειμώνα. Βιαστικά σηκώθηκα από το κρεβάτι  μου και ντύθηκα, έπρεπε να πάω για δουλειά. Έφυγα τόσο βιαστικά ούτε καφέ δεν πρόλαβα να πιω, διότι η δουλειά στο γραφείο με περίμενε. Κλείνω την πόρτα του σπιτιού μου και περίμενα το ασανσέρ. Κατεβαίνω στο ισόγειο και τότε θυμάμαι ότι δεν είχα πάρει τα κλειδιά για το μηχανάκι. Ξαναεπιστρέφω λοιπόν στο διαμέρισμα, αν και καθυστερημένη, αρπάζω τα κλειδιά απ’ το σύνθετο και ξανακατεβαίνω απ’ τα σκαλιά αυτή τη φορά, διότι το ασανσέρ ήταν κατελλημένο. Είχα λαχανιάσει. Σκεφτόμουν πως θα δούλευα στη δουλειά με όλα αυτά τα νεύρα πρωί-πρωί. Βάζω λοιπόν μπρος το μηχανάκι και προχωράω προς το γραφείο. Τα δόντια μου από το κρύο έτρεμαν, τα χέρια μου δεν τα ένιωθα, και δεν φτάνουν όλα αυτά ξαφνικά στη μέση του δρόμου παθαίνω λάστιχο. Τρελάθηκα, δεν ήξερα τι να κάνω διότι δεν ήξερα και από μηχανάκια. Η ώρα ήταν 6:50. Τα συνεργεία δεν είχαν ανοίξει ακόμα, στο γραφείο έπρεπε να πάω 7:00 η ώρα. Το μηχανάκι όμως έπρεπε να το έφτιαχνα διότι το απόγευμα θα το ξαναχρειαζόμουνα. Πήρα λοιπόν τηλ στο γραφείο και τους εξήγησα τι έγινε και ότι δεν μπορώ να πάω. Μου είπαν λοιπόν ότι δεν υπάρχει πρόβλημα αρκεί να είμαι εγώ καλά. Μου έδωσαν κουράγιο. Αφού είχα λοιπόν όλη τη μέρα ελεύθερη ξεκινάω να πάω σε κάποιο συνεργείο να το φτιάξω. Αρχίζω λοιπόν να σπρώχνω το μηχανάκι, και φτάνω σε κάποιο κοντινό συνεργείο.

 

Βάρεση Αφροδίτη, Δ οδ, 4.11.1999


Σάββατο

 

Κάθε Σάββατο ξυπνάω πρωί-πρωί για να πάω στη δουλειά, πίνω τον καφέ μου, καπνίζω δυο-τρία τσιγάρα και φεύγω για την αρχαία αυτή κατάρα, που βασανίζει εδώ και εκατομμύρια χρόνια τους ανθρώπους και λέγεται ‘‘δουλειά‘‘.

Στην δουλειά κάθε Σάββατο, εγώ και το αφεντικό καθόμαστε και περνάμε τις ώρες μας όπως να ναι, επειδή σύμφωνα με το αφεντικό το Σάββατο είναι για μας αργία. Αργότερα κατά τις 2:30 είναι η ώρα που όλη την βδομάδα περιμένω, όχι μόνο εγώ και πολλοί άλλοι πιστεύω, αυτή η ώρα δεν είναι άλλη από την ώρα της πληρωμής.

Γυρνάω σπίτι, μοιράζομαι με την μάνα μου τα λεφτά (η καθημερινή μου εφορία), τρώω και κάθομαι μετά στο κρεβάτι πίνω καφέ και παίζω playstation, την χαρά του κάθε παιδιού. Μετά έρχονται μερικοί φίλοι μου παίζουμε κανα ποδοσφαιράκι στο playstation, λέμε καμιά κουταμάρα και περνάει η ώρα.

Το βράδυ κατά τις 9:00 φεύγουν, κανονίζουμε για αργότερα και ο καθένας πάει σπίτι του για φαεί. Κάθομαι τρώω χαζεύω με την μάνα μου στη τηλεόραση και μετά φεύγω με τα παιδιά και πάμε στο Saloon, μια καφετέρια στο πεζοδρομο που παίζει Rock η οποία είναι η αγαπημένη μου μουσική.

Μετά αργά το βράδυμπαινουμε ολοι στο αυτοκινητο του φίλου μου, εγώ και 10 ατομα ακόμη και πάμε ‘‘χωρίς ανάσα‘‘ στην Χωρίς Ανάσα το καθιερομένο στέκι των μεταλλάδων, πίνουμε καμιά μπύρα, που λέει ο λόγος δηλαδή κανα δεκαριά μπύρες, χορεύουμε, γελαμε ετσι δηλαδη χαβαλές να γίνεται και γυρνάμε μετα ολοι στα σπίτια μας νωρίς το πρωι.

Την Κυριακή το πρωί, ερχεται ο χάρος που λέγεται Μπόζας και με ξυπνάει για να πάμε σχολείο να παίξουμε μπάλα. Μετά την μπάλα κάθομαι σπίτι ακούω τους αγώνες ποδοσφαίρου στο ράδιο και συνεχίζω έτσι όπως περνάω και το Σάββατο, με μια μικρή αλλαγή πως γυρνάω νωρίς το βράδυ και δεν πηγαίνω κατευθείαν στη δουλειά.

Αυτό ήταν το Σαββατοκύριακο που παιρνάω κάθε βδομάδα με αποτέλεσμα να παθαίνω Deja-vu κάθε βδομάδα γιατί δεν αλλάζει τίποτα, όλα είναι ίδια.

 

Παναγιώτης Παναρίτης, δλ, 9.3.2000


Στην ζωή μας

 

Στην ζωή μας ο καθένας κάνει μια δουλεια, που μπορεί να είναι δύσκολη ή ευκολη π.χ. άλλος δουλεύη στο δημοσειο και άλλος στην οικοδομή, στο συνεργείο κ.α.

Εγώ δουλεύω σε μια δουλεια που άλλη λένε ότι είναι ευκολη και άλλη ότι είναι δυσκολη γιατι πρέπει να είσαι ευγενικός μαζί τους και ας σε βρίζουνε, και ας βρομάνε και αν κάνουν λάθος το ανταλακτικό όταν στο ζητήσουνε πρέπει να βγης φταίχτης εσύ. Δεν ξέρω αν καταλάβατε τη είμαι αλλα είμαι ένας πωλητής ανταλακτηκών σε ταξιτσήδες.

Υπάρχουν όμως και καλή πελάτες που είναι ευγενική, δεν θέλουν γρήγορα το ανταλακτηκο και προπάντων σε σεβοντε.

Πιστεύω να μην πλέξει κανένας σε μια τέτοια.

 

Ζουμπουλάκης Μιχάλης, δπλ, Ιαν. 2000


T.S.Eliot

The Waste Land

(Μια μεταφραστική απόπειρα)

 

Η ταφή του άψυχου

 

Ο Απρίλιος είναι ο σκληρότερος μήνας, αναπαράγει

Πασχαλιές από τη νεκρή γη, ανακατεύοντας

Τη μνήμη και τον πόθο, αναδεύοντας

Με τη βροχή της άνοιξης ρίζες θαμπές.

Ο χειμώνας μας κράτησε ζεστούς

Καλύπτοντας τη γη με ένα χιόνι απρόσεχτο

Θρέφοντας τη μικρή ζωή με ξεραμένες ρίζες.

Το καλοκαίρι μας ξάφνιασε, διασχίζοντας τη Starnbergersee με μια μπόρα.

Σταματήσαμε στο Horgarten και συνεχίσαμε με λιακάδα,

Ήπιαμε καφέ και φλυαρήσαμε για μια ώρα.

 

Κοσμά Αντιγόνη

Οικονόμου Μαρία

Πουλοπούλου Βιβή

Σεμερτζίδου Μαριαλένα

 

Δοδ      20.1.2000


Απλώς

 

Το κουδούνι χτύπησε και τα παιδιά μαζεύτηκαν στην τάξη. Δεν είχε μπει ο καθηγητής και έτσι κάνανε ό,τι θέλανε, άλλοι πετάγανε σαϊτες, άλλοι κάνανε πηγαδάκια λέγοντας ανέκδοτα και άλλοι πάλι καθόντουσαν στα θρανία τους ήσιχα σαν εμένα να μπει ο καθιγιτής. Ο καθιγιτής δεν άργησε, μπήκε και αμέσως σωπάσανε όλοι δείχνοντας σέβας σε αυτόν. Εκείνος αφού μας καλημέρισε πήρε τον κατάλογο στα χέρια του και άρχισε να φωνάζει τα ονόματά μας ένα προς ένα. Αφού τελείωσε μας είπε ότι δεν θα κάναμε μάθημα απλώς ήθελε να έχει κάποια γνωριμία μαζί μας. Ακόμα μας είπε ότι ούτε δέυτερη ώρα θα κάναμε μάθημα. Απλώς θα πέρναμε βιβλία και θα φέυγαμε. Χτύπισε το κουδούνι να βγούμε έξω. Όλα τα παιδιά πήγανε σε μία αποθύκη που είταν δίπλα στο γραφείο τον καθηγιτών και αρχίσανε να παίρνουνε βιβλία. Αφού πήρα κι εγώ 17 με 18 βιβλία κατεφθίνθικα προς την έξοδο. Καθός περπατούσα άρχισα να σκέφτομαι το μέλλον μου σε αυτό το σχολείο. Και όταν λέω μέλλον ενωό πώς θα πήγενα με τους καθιγιτές, πως θα τα πήγενα με τα μαθήματα, αν θα έκανα φίλους ακόμα και αν θα έμπαινα στην ομάδα μπάσκετ. Είχα τόσα πράγματα να κάνω μέσα σε μία σχολική χρονιά. Αλλά αν και θα έπρεπε να φοβάμαι εγώ έπερνα περισότερο θάρρος για να συνεχίσω.

 

Αποστολίδης  Αποστόλης, Βπ, Οκτ. 1995


Μουλοχτά

 

Καθώς ερχόμουν προς το σχολείο περνούσα από το γήπεδο για να πάρω το λεωφορείο και είδα τους οπαδούς της μιας ομάδας να βρίζουν τους οπαδούς τις άλλης να έχουν πιάσει ένα παληκάρι κάπου δεκαπέντε άτομα και να τον έχου κάνει πολύχρωμο από το ξύλοκαι από την άλλοι οι μπάτσοι κοπανάνε όποιον βρίσκουν στον δρόμο, μιας κι εγώ πήγαινα σχολείο και όχι σε αγώνα ή στο τμήμα για δείπνο την έκανα κρυφά (μουλοχτά) από ένα στενάκι οπου εκεί είδα κάτι πολύ φοβερό πράγμα, μέσα σε μια αλάνα μαζεμένα τέσσερα παιδιά από τα οποία το ένα το ήξερα και τους είδα να παλεύουν κι αυτοί σαν τους άλλους στο γήπεδο αλλα όχι για την ομάδα αλλα για των θάνατο, χωρίς λοστούς, πέτρες και άλλα αντικείμενα αλλα με σύριγγα στο ένα χέρι ζώνη ή λάστιχο ό,τι είχαν δηλαδή στο άλλο χέρι ψάχνοντας για κάποια φλέβα να εχουν μία δύο ώρες ταξίδι στον κόσμο τους και το εισητήριο για τον θάνατο από αυτόν τον κόσμο. Εκείνη την ώρα μόλις είδα το θέαμα (που μέσα σ’ αυτό το ας το πούμε θέαμα ήταν & ο φίλος μου) μου κόπηκαν τα πόδια χάζεψα για λίγο και μετα πήρα τον δρόμο για το σχολείο σκεφτόμενος.

 

Βουτσινάς Σπύρος, ΒΟ1, 31.3.97


Τα κόκινα κρεατα

 

Υπάρχουν τα άσπρα κρέατα που είναι το κουνέλι,

το χοιρινο. Το κουνελι δεν ειχαι παλιότερα στην

Ελλάδα μεγαλη κατανάλοση οπος εχει τωρα.

Πιστευο ότι ο κοσμος τορα εχει προβλιματα

χολιστερίνης γιαφτο εχει μεγαλίτερι κατανάλοση.

Το χοιρινο το καταναλόνη ο κοσμος από παλια

σε μεγάλες ποσότιτες είναι μεγαλο και ετσι βγαζει

πολλα κομάτια. Το κάθε κοματι εχει το δικό του

τρόπο τεμαχισμου. Τα κόκινα κρεατα που είναι το

μοσχάρι είναι τα κρέατα με της πιο πολλες

βιταμινες που λενε οι γιατροι να τρωνε οι

ανθρωποι με κάπιο πρόβλιμα υγειας και καπια

κοματια για τα μωρά. Το μοσχαρι εχει πολύ μικρα

κοματια σημφονα με τον ογκο που εχει. Το κάθε

κοματι από αυτά εχει το δικο του μαγειρεμα.

 

Μαργέτης Επαμεινώνδας, Γδ, 30.3.1995


Είδα μια κοπέλα

 

Πριν λίγο καιρό είχα ξεκινήσει Από

ΤΗΝ Θεσσαλονικη Απόγευμα και είμουνα

μόνος  μου.

Ήταν γύρω στης δέκα το βράδυ όταν

τρία χιλιόμετρα έΞω από την Λάρισσα

που ο Δρόμος ήταν φωτισμενος είδα

μια κοπελα να κάνει ωτοστοπ.

Κοίταξα τον καθέρπτΗ ήμουνα μόνος

στον δρόμο για την ΑΘΗΝΑ.

ΣΤΑΜΑΤΗΣΑ δεΞια στο πλάτομα του

δρόμου.

Σε ΛίΓο ξεκινήσαμε μαζι για την

ΑΘΗΝα στο σχηματαρι κοντά θα την

άφηΝα δεν ήταν ιδιετερα ελκιστικη

και όχι πολύ λιγομηλιτη αντιθέτος

μιλούσε αρκετά πράγμα που καταντά

κουραστικό.

Ο δρόμος έφευγε γρήγορα και η ώρα

περνούσε γύρω στης τρεις

φτάσαμε στο Σχηματαρι εκει την

άφησα και σηνεχησα για την ΑΘΗΝα.

 

Λέκκας Ανδρέας, Βπ, 1.4.1996


Η ώρα είναι περασμένη

 

Η ώρα ήταν 7.30 και είχα είδη αργίσει

στην δουλειά σηκώθηκα ντύθηκα και έφυγα

τρέχοντας. Στο δρόμο που πήγενα γινόταν χαμός

από αμάξια που κορνάριζαν, προφανώς θα

είχαν αργίσει και αυτή στη δουλειά τους

και γι’αυτό δημιουργήθηκε αυτή

η κίνηση. Όταν έφθασα στην δουλειά το

αφεντικό μου με περίμενε, όταν έφθασα

κοντά του του είπα τι είχε γίνει και τελικά

με απέλυσε από τη δουλειά.

 

Κώστας Ζαρκαδούλας, Βπ, 15.1.1996

Δεν υπάρχουν σχόλια: